μικροχημικός

μικροχημικός
-ή, -ό
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μικροχημεία
2. φρ. «μικροχημική ανάλυση»
χημ. χημική ανάλυση η οποία βασίζεται στην πραγματοποίηση χημικών αντιδράσεων υπό τον αντικειμενικό φακό ενός μικροσκοπίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στον Σπ. Μηλιαράκη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”